Τρίτη 30 Απριλίου 2013

Dracula 3D (2012)

Νυχτερίδες, αράχνες & ο κατηραμένος όφις

Dracula 3D

Μια τριετία μετά το Giallo, που δίχασε το κοινό και σύμφωνα με τους κριτικούς σήμανε οριστικά το τέλος της έμπνευσης για τον Ιταλό μετρ του τρόμου, ο Dario Argento (Βαθύ Κόκκινο, Φαινόμενα) ξαναχτυπά προσθέτοντας άλλη μια - και μάλιστα στερεοσκοπική - εκδοχή στην ήδη μακροσκελέστατη λίστα διασκευών του κατά Bram Stoker Δράκουλα για την οθόνη. Παρότι οι φίλοι του ιδιάζοντος ύφους του θεωρούσαμε αναμενόμενη μια τέτοια κίνηση (που είναι απορίας άξιο πώς και δεν την επιχείρησε όταν ακόμα ήταν στις δόξες του), εδώ φοβάμαι ότι θα αναγκαστώ να συμφωνήσω με τους επικριτές του. Αν το συγκεκριμένο φιλμ είχε γυριστεί καμιά τριανταριά χρόνια νωρίτερα, η αισθητική, τα ειδικά εφέ και η όλη του σκηνοθετική αντίληψη ίσως του έδιναν κάποιο λόγο ύπαρξης. Σήμερα όμως δείχνει σχεδόν θλιβερά παρωχημένο, λες και ο Argento αντιγράφει άτεχνα ή διακωμωδεί ακούσια τον εαυτό του, αλλά και το κινηματογραφικό είδος που κάποτε έπαιζε στα δάχτυλα (αφήστε που τα ψηφιακά γραφικά σε σκηνές όπως εκείνη του Van Helsing στο ξέφωτο, το όνειρο της Mina με τους λύκους στο χιονισμένο δάσος και η μεταμόρφωση του Δράκουλα επίσης σε λύκο προτού επιτεθεί στον Jonathan, μου θύμισαν ΠΟΛΥ ύποπτα το βιντεοπαιχνίδι του 1996 Gabriel Knight 2 - The Beast Within). Όσο και να βάζουν τα δυνατά τους το γοητευτικότατο πρώην μοντέλο του Hugo Boss και νυν φωνητικός (κυρίως) ηθοποιός Thomas Kretschmann (Blade II, The Big Bang) ως απέθαντος αιματοπότης και ο βετεράνος Rutger Hauer (Blade Runner, Το Γεράκι και ο Λύκος) στο ρόλο του ατρόμητου κυνηγού βρυκολάκων Van Helsing, απ' το πρώτο κιόλας δεκάλεπτο η υπόθεση έχει χαθεί. Οι αισθησιακές παρουσίες των Marta Gastini (Mina), Asia Argento (Lucy), Miriam Giovanelli (Tania) και Unax Ugalde (Jonathan - ή καλύτερα κλώνος του Brad Pitt από τη Συνέντευξη με έναν Βρυκόλακα), που δεν κάνουν και πολλά πέρα απ' το να τριγυρνούν ημίγυμνοι και σαν ναρκωμένοι και να ενδίδουν σε αιματηρές περιπτύξεις με τον πρίγκιπα του σκότους, η προσεγμένη φωτογραφία (Luciano Tovoli) και το πανέμορφο soundtrack (Claudio Simonetti) δεν είναι παρά το από σπόντα δελεαστικό κερασάκι σε μια τούρτα που δυστυχώς, δεν τρώγεται με τίποτα. Κρίμα και για τις ως επί το πλείστον καλαίσθητες και ατμοσφαιρικές αφίσες, που θα ήταν ευχής έργο αν η ταινία πραγματοποιούσε έστω και το ένα χιλιοστό απ' όσα υπόσχονται.

LIVE @ ΧΑΜΕΝΗ ΛΕΩΦΟΡΟΣ

Τρίτη 2 Απριλίου 2013

Haunted Summer (1988)

Το βιογραφικό thriller που έχασε το δρόμο του

Haunted Summer

Απ' τις λιγότερο γνωστές και πιθανώς η πιο δυσεύρετη από τις κινηματογραφικές αναβιώσεις του καλοκαιριού του 1816, όταν οι νεαροί ποιητές Byron (Philip Anglim) και Shelley (Eric Stoltz), ο προσωπικός γιατρός και εραστής του Byron John Polidori (Alex Winter), η μελλοντική σύζυγος του Shelley, συγγραφέας Mary Wollstonecraft (Alice Krige) και η εξαδέλφη της Claire Clairmont (Laura Dern) μαζεύτηκαν στην εξοχική βίλα του Byron στις όχθες της γαλλοελβετικής λίμνης Λεμάν, για να περάσουν τις διακοπές τους διαβάζοντας και γράφοντας ποίηση και ιστορίες τρόμου και επιδιδόμενοι σε παντός είδους πειραματισμούς και καταχρήσεις (το φημισμένο μυθιστόρημα Frankenstein ή Ο Σύγχρονος Προμηθέας της Mary Shelley και η νουβέλα The Vampyre του Polidori, στην οποία βασίστηκε όλη η μετέπειτα λογοτεχνική μυθολογία περί βρυκολάκων, Θρυλούνται ως αποκυήματα των επεισοδιακών αυτών "συνεδριών"). Σε αντίθεση με τον καθαρά ακαδημαϊκό χειρισμό του θέματος από τον Ισπανό Gonzalo Suarez (La Loba y la Paloma, El Detective y la Muerte) στο Remando al Viento της ίδιας χρονιάς, ο Τσέχος σκηνοθέτης Ivan Passer (Law and Disorder, The Wishing Tree) προτιμά να κλείσει το μάτι στον Ken Russell (ο οποίος δυο χρόνια πριν είχε ταράξει τα νερά με τον άκρατο ερωτισμό και την ξεσαλωμένη φαντασία του Gothic του), διασκευάζοντας το ψευδοϊστορικό μυθιστόρημα Haunted Summer της Αμερικανίδας βιογράφου διασημοτήτων Anne Edwards. Άνισο όπως και οι ευγενώς φιλόδοξες προθέσεις του Passer, το αποτέλεσμα αδυνατεί να ξεφύγει από τον καθωσπρεπισμό ενός ρομάντζου εποχής που δεν τολμά να αγγίξει παρά με το γάντι τις "επικίνδυνες" περιοχές της πλοκής του. Η μάλλον θεατρική υφή των ερμηνειών και της όλης αισθητικής του φιλμ θα μπορούσε ίσως να αξιοποιηθεί ως άποψη αντί να συμβάλλει απλώς στη "σιδερωμένη" χλιαρότητα του συνόλου, που ελάχιστα μετριάζεται από τα φροντισμένα πλάνα της ομαδικής παράκρουσης προς το τέλος. Ωραία, αν και κάπως ψυχρή η μουσική του Christopher Young (Ο Εξορκισμός της Emily Rose, Μεθυσμένο Ημερολόγιο).