Σάββατο 6 Φεβρουαρίου 2021

Η Κριτική της Κριτικής, ω Κριτική #2

Το γεγονός και μόνο το ότι ένας καλλιτέχνης μπήκε στον κόπο να δημιουργήσει ειδική (έστω και βραχύβια) στήλη σε διαδικτυακό μέσο, όπου "έκρινε τους κριτικούς" σε πνεύμα και με λεξιλόγιο παντελώς στερούμενα σοβαρότητας, νομίζω λέει πολλά. Δεν είναι τυχαίο που θεωρείται αντιδεοντολογικό το να απαντά κανείς σε κριτικές, και μάλιστα εν βρασμώ. Δεν υπάρχει τίποτα πιο αναξιοπρεπές ως αντίδραση σ' έναν από περιωπής και ενυπόγραφο αναλυτικό σχολιασμό, απ' το "τι είπες ρε, ξέρεις ποιος είμαι εγώ" και το να χρησιμοποιείς ένα δημόσιο βήμα για να λύνεις τις προσωπικές σου διαφορές μέσω απροκάλυπτων ad hominem επιθέσεων και προσβλητικών χαρακτηρισμών. Άρα δεν έχεις τίποτα πιο ουσιαστικό να πεις, το οποίο να μη σε εκθέτει ανεπανόρθωτα με το να ξεγυμνώνει, τελικά, την ανεπάρκεια και τα κόμπλεξ σου. Το υγιές είναι να δεχτείς ότι ο άλλος έχει και εκφράζει μια γνώμη για τη δουλειά σου, η οποία γνώμη μπορεί (και δικαιούται) να είναι οποιαδήποτε, είτε θετική είτε αρνητική - και καμιά φορά, ακόμα και μέσα σε παρατηρήσεις που μπορεί να μη σου αρέσουν, ίσως βρεις κάτι εποικοδομητικό. Κι αυτό δεν το γράφω όντας "έξω απ' το χορό", δηλαδή μονομερώς απ' τη θέση του κριτικού, αλλά έχοντας επίσης βρεθεί στη θέση του (ενίοτε αυστηρά) κρινόμενου. Αυτό, άλλωστε, είναι και το νόημα της κριτικής. Να δεις πώς εισπράττει ο άλλος αυτό που φτιάχνεις. Τα εμφανώς κακοπροαίρετα σχόλια (γιατί δεν αρνούμαι πως υπάρχουν και τέτοια) τα προσπερνάς και συνεχίζεις τη ζωή και το έργο σου. Αν θες ν' ακούς μόνο διθυράμβους και επευφημίες και δεν ανέχεσαι καμιά άλλη, έστω και απλώς συγκρατημένη τοποθέτηση, κανένας δεν σου φταίει.

Παρασκευή 5 Φεβρουαρίου 2021

The Drowning (2021)

Το χαμένο παιδί & η χαμένη πλοκή

The Drowning

Για να πω τη μαύρη αλήθεια, ο κύριος λόγος για τον οποίο κάθισα και παρακολούθησα τη μίνι αυτή σειρά τεσσάρων σαρανταπεντάλεπτων επεισοδίων του βρετανικού Channel 5, ήταν η περιέργειά μου βλέποντας ανάμεσα στους συντελεστές το πολύ χαρακτηριστικό επίθετο του νεαρού πρωτοεμφανιζόμενου πρωταγωνιστή της. Λοιπόν, ο μόλις δεκαεξάχρονος Cody Molko τυχαίνει όντως να είναι γιος του θρυλικού εναλλακτικού ροκά Brian Molko (Velvet Goldmine), αρχηγού της μπάντας Placebo - η οποία συνέβαλε τα μέγιστα στη διαμόρφωση της μουσικής "ιδεολογίας" της δεκαετίας του '90 - και της φωτογράφου Helena Berg. Η υπόθεση της σειράς φαινόταν επίσης ενδιαφέρουσα: η Jodie Walsh (Jill Halfpenny), μια κάπως "φευγάτη" γεωπόνος και χαροκαμένη μάνα, που δέκα χρόνια πριν έχασε το μικρούλη, τότε, μοναχογιό της Tom (Aaron Kane) από πνιγμό στη διάρκεια μιας οικογενειακής εκδρομής, έχει μια μέρα την εντύπωση ότι τον βλέπει, μαθητή γυμνασίου πια, σ' ένα σχολικό λεωφορείο. Απο κείνη την ώρα η ζωή της έρχεται τα πάνω κάτω, καθώς πασχίζει με κάθε λογικό και παράλογο (με έμφαση στο "παράλογο") τρόπο να τον πλησιάσει, να κερδίσει τη συμπάθεια και την εμπιστοσύνη του και να τον σώσει από τον "απαγωγέα" (Rupert Penry-Jones) που εκείνη θεωρεί ότι παριστάνει τον πατέρα του. Το σενάριο "κλέβει" εν πολλοίς την ιδέα από μια παλιότερη (2007) τηλεοπτική παραγωγή, βασισμένη, μάλιστα, σε πραγματικά γεγονότα. Από υπερβάλλοντα, προφανώς, ζήλο να απομακρυνθούν απ' την πηγή έμπνευσής τους, οι τρεις σεναριογράφοι της σειράς σκαρφίζονται και συρράπτουν τη μια σουρεαλιστική απιθανότητα πάνω στην άλλη, στέλνοντας στον αγύριστο τους στοιχειωδέστερους κανόνες λογικής και πλάθοντας μια ηρωίδα τόσο σπασμωδικά ασυνάρτητη και παρορμητική που αντί να συμπάσχεις μαζί της, σου 'ρχεται να τη δέσεις και να την κλειδώσεις κάπου - μπας και πάψει επιτέλους να διαπράττει ασύλληπτες κατά συρροήν παλαβομάρες KAI παρανομίες, βάζοντας σε δυνητικά θανάσιμο κίνδυνο φίλους και συνεργάτες της και ιδίως τραβολογώντας έναν σχεδόν σπαραξικάρδια άβγαλτο κι απονήρευτο πιτσιρικά σε καταγώγια αδίστακτων μαφιόζων, πρεζάκηδων και προαγωγών που τον κοιτάνε σαν ξερολούκουμο (πράγμα το οποίο, παρεμπιπτόντως, δεν δείχνει να θορυβεί κανέναν απολύτως από το περιβάλλον της αλλά ούτε και του μικρού), προκειμένου να του εξασφαλίσει πλαστά χαρτιά ώστε να διαφύγουν μαζί στο εξωτερικό. Η λύση, δε, του δράματος κορυφώνει με τον πιο απίστευτ(α προβλέψιμ)ο τρόπο την εξωφρενικότητα του όλου εγχειρήματος, το οποίο μετά βίας σώζεται από τη φιλοτιμία των ηθοποιών, τη χαριτωμένη φατσούλα του ερμηνευτικά αμήχανου, κατά τα άλλα, Molko Jr. και την αντισυμβατική γοητεία του Ιρλανδού Dara Devaney (ο οποίος, δυστυχώς, ίσα που "κάθεται στο δόντι" σ' έναν ρόλο στα όρια της καρικατούρας) ως - δικαιολογημένα (και αυτό δεν αποτελεί καν spoiler, αφού η υποτιθέμενη τελική ανατροπή δεν είναι παρά ό,τι πιο αναμενόμενο) - δύσπιστου πρώην συζύγου της Jodie. Η μοναδική χρησιμότητα σεναρίων σαν το συγκεκριμένο είναι ότι δίνουν ένα ακόμα "λαμπρό" παράδειγμα για το πώς να ΜΗ γράφουμε.