Σάββατο 29 Ιουνίου 2013

Moonlight (2007)

Αυτός, αυτοί & τα μυστήρια

Moonlight

Στα μέσα της δεκαετίας του '80, οι τότε φρέσκοι στα θεάματα Bruce Willis (Pulp Fiction, Οι Δώδεκα Πίθηκοι) και Cybill Shepherd (Η Εξαφάνιση της Κυρίας, Ήταν κάποτε ένα Έγκλημα) καθήλωναν το τηλεοπτικό κοινό ως δαιμόνιο όσο και αντισυμβατικό δίδυμο ερασιτεχνών ντετέκτιβ, ηρώων της νεοφανούς για την εποχή αστυνομικής σειράς Αυτός, Αυτή και τα Μυστήρια (ο αγγλικός τίτλος, Moonlighting, παίζει με τη διπλή έννοια της "ανεπίσημης" επαγγελματικής απασχόλησης και των απίθανων συγκυριών). Σχεδόν είκοσι χρόνια αργότερα, ο σεναριογράφος Trevor O. Munson (Lone Star State of Mind) καταπιάστηκε με παρεμφερείς ιδέες στο μυθιστόρημά του Angel of Vengeance (Άγγελος Εκδίκησης), αναθέτοντας όμως το ρόλο του ιδιόρρυθμου ερευνητή σε ένα... βαμπίρ με συνείδηση και ηθικές αρχές (το πλέον αρμόδιο να πολεμήσει το έγκλημα στον αθέατο κόσμο της νύχτας), το οποίο συνεταιρίζεται με ωραία θνητή δημοσιογράφο και φυσικά, στην πορεία προκύπτει έρως σφοδρός. Το βιβλίο επρόκειτο να γυριστεί σε ταινία με το μάλλον ευπρόβλεπτο τίτλο Twilight (Λυκόφως) και πρωταγωνιστή τον Bruce Willis, σ' ένα εμφανέστατο κλείσιμο του ματιού στο Moonlighting του '84. Όταν η μεταφορά στη μεγάλη οθόνη ακυρώθηκε, το project πέρασε από σαράντα κύματα ώσπου να καταλήξει στη μικρή, με τη μορφή εβδομαδιαίου σίριαλ σε παραγωγή του ίδιου του Munson και με τον τίτλο αλλαγμένο σε Moonlight (στο πνεύμα ίσως της αρχικής του πηγής έμπνευσης). Στο μεταξύ, κατά σατανική σύμπτωση (;) η νεόκοπη συγγραφέας Stephenie Meyer σημείωνε μια άνευ προηγουμένου εκδοτική και κινηματογραφική επιτυχία με τη δική της "νεανική" και... αγρίως αποστειρωμένη βερσιόν της βαμπιρικής μυθολογίας (επίσης τιτλοφορούμενη Twilight), επισκιάζοντας με την εμετική πιο εύπεπτη και πολιτικά ορθή της προσέγγιση την πραγματικά μοντέρνα και σκοτεινά σέξι, "ενήλικη" εκδοχή του Munson - ο οποίος, παρά τη θετική γενικά ανταπόκριση των τηλεθεατών, είδε το δημιούργημά του να συμπληρώνει με τα χίλια ζόρια τον πρώτο του (και μονάκριβο) κύκλο 16 επεισοδίων. Με το ραγδαία ανερχόμενο και σαγηνευτικό του cast (Alex O'Loughlin, Sophia Myles, Jason Dohring και Shannyn Sossamon), την υποβλητική φωτογραφία (Marvin V. Rush) και μουσική (Trevor Morris & John Frizzell), τη συγκινητική απεικόνιση ενός περιπετειώδους ρομάντζου παράλληλα με μια άσπονδη αλλά και τρυφερή αντρική φιλία και το λεπτό, επιδέξιο χειρισμό των όποιων κλισέ του, το βίαιο και ποιητικό αυτό σύγχρονο παραμύθι σίγουρα δεν άξιζε τις αλλεπάλληλες κακοτυχίες που το βρήκαν (με αποκορύφωμα την πολύμηνη απεργία των Αμερικανών σεναριογράφων) ως την οριστική του ματαίωση από το δίκτυο CBS, το Μάιο του 2008. Πάντως για όσους το έχασαν τότε που προβαλλόταν από ιδιωτικό κανάλι στην Ελλάδα, έχει κυκλοφορήσει σε κασετίνα τεσσάρων DVD από τη Warner Bros.

Κυριακή 23 Ιουνίου 2013

Hitchcock - The Final Cut (2002)

Όταν τρίζουν τα κόκαλα...

Hitchcock - The Final Cut

Αρκετές αναρτήσεις νωρίτερα σ' αυτήν εδώ τη στήλη, είχα γκρινιάξει για το Sinking Island και τις μη φιλικές προς τον παίκτη ιδιοτυπίες της δομής του, οι οποίες με εμπόδισαν τότε να το τερματίσω. Ε λοιπόν, παίρνω πίσω ό,τι έγραψα, ζητώ ταπεινά συγνώμη από τον ταλαντούχο κ. Sokal και υπόσχομαι σε εύθετο χρόνο να δώσω μια ακόμα ευκαιρία στο αν μη τι άλλο, αψεγάδιαστο αισθητικά και συμπαγές θεματολογικά παιχνίδι του. Διότι όσα ελαττώματα και αν έχει, δεν υπάρχει περίπτωση να αποδειχτεί χειρότερο από την κακόγουστη φάρσα της οποίας οι αυτουργοί είχαν μάλιστα το θράσος να πιάσουν στο στόμα τους τον περιώνυμο μετρ της αγωνίας και ερήμην του να τον χρίσουν μέντορά τους. Όμως το ότι κότσαραν τη φωτογραφία του εμβληματικού σκηνοθέτη στο εξώφυλλο του CD εγκατάστασης και σκόρπισαν μέσα στο παιχνίδι αποσπάσματα από τις πιο γνωστές ταινίες του, δεν καθιστά αυτόματα το προϊόν αντάξιο μιας τέτοιας ετερόφωτης αυτοδιαφήμισης. Οι φιγούρες πρώτα απ' όλα είναι τόσο κακοσχεδιασμένες και πρόχειρα προγραμματισμένες που κινούνται σαν εξαρθρωμένα νευρόσπαστα, η κάμερα αγνοεί επιδεικτικά τους χειρισμούς του παίκτη, φλερτάροντας με παράλογες γωνίες και προκαλώντας κυριολεκτικά ναυτία, οι διάλογοι όπως και η πλοκή (Benoit Rullier & Pierre Marmiesse) δεν βγάζουν το παραμικρό νόημα, το soundtrack και τα ηχητικά εφέ (Bostjan Troha) αποτελούνται από πέντε αριθμητικώς λούπες κονσέρβας που επαναλαμβάνονται σαν να κόλλησε η βελόνα. Όσο για τους γρίφους (λέμε τώρα), οι περισσότεροι δίνουν την εντύπωση ότι όποιος τους επινόησε μας δουλεύει, ενώ οι ακατάπαυστες και ακατάληπτες τσιρίδες της... μάινας που μεταφράζει (!) τη "νοηματική" γλώσσα της κωφάλαλης femme fatale - το εύρημα ακούγεται ίσως ενδιαφέρον αλλά πιστέψτε με, δεν θα μπορούσε να χαντακωθεί πιο θεαματικά - είναι ικανές να ξυπνήσουν τον αιμοδιψή δολοφόνο μέσα σας. Καθόλου δεν αστειεύομαι. Αφήστε που το πρόγραμμα εγκατάστασης απενεργοποιεί την επιτάχυνση υλικού στις κάρτες ήχου και γραφικών, χωρίς ωστόσο να θεωρείται αναγκαία η ενημέρωση του χρήστη ούτε η επαναφορά των εργοστασιακών, έστω, ρυθμίσεων με την απεγκατάσταση της εφαρμογής. Το ένα και μοναδικό θετικό της αξιολόγησης πηγαίνει με όλη μου την καρδιά στους σχεδιαστές των σκηνικών και των στατικών γραφικών (Iusse Perret & Matja Stuklek), οι οποίοι θα νόμισαν ότι τους προσέλαβαν σε κανονικό project και οι καημένοι κάθισαν κι έφτιαξαν αληθινά έργα δισδιάστατης τέχνης (που δείχνουν σχεδόν συγκινητικά όμορφα και περιποιημένα σε σχέση με το υπόλοιπο αλαλούμ). Τα ιδρυτικά στελέχη της σλοβενικής Arxel Tribe και της γαλλικής UbiSoft πρέπει να έπεσαν θύματα εκβιασμού, να έχασαν κάποιο στοίχημα ή να χρωστούσαν καμιά ΠΟΛΥ μεγάλη χάρη στον εμπνευστή του εν λόγω εκτρώματος, έτσι ώστε οι δυο σημαντικές, δοκιμασμένες και διεθνώς αναγνωρισμένες στο χώρο εταιρίες να υποχρεωθούν να αναλάβουν την κατασκευή, την έκδοση και τη διανομή του με άκρως εξευτελιστικούς γι' αυτές όρους. Δεν εξηγείται διαφορετικά.

Σάββατο 22 Ιουνίου 2013

Kentucky Route Zero (2013)

Μαγικός ρεαλισμός σε πέντε πράξεις

Kentucky Route Zero

Πολύ όμορφο οπτικά (και ακουστικά) point & click εναλλακτικής πραγματικότητας που αντλεί την πρωτοτυπία του από το... παρελθόν, παντρεύοντας ευθαρσώς την ιδέα των βασισμένων σε κείμενο παιχνιδιών DOS της δεκαετίας '80-'90 με ένα γλυκύτατο "χειροποίητο" γραφικό περιβάλλον, ώστε να δίνει την αίσθηση διαδραστικού κόμικ ή ταινίας κινουμένων σχεδίων παρά ενός τυπικού βιντεοπαιχνιδιού adventure. Σε κλίμα ομιχλώδες που παραπέμπει στον Lynch (Ο Ύποπτος Κόσμος του Twin Peaks, Χαμένη Λεωφόρος) ή τον Cronenberg (Νεκρή Ζώνη), ο φιλήσυχος πρωταγωνιστής που ακούει στο όνομα Conway και εκτελεί μεταφορές επίπλων με το φορτηγάκι του ανακαλύπτει σε μια απ' τις διαδρομές του τη "λεωφόρο Μηδέν" (Route Zero), η οποία διασχίζει μια αχαρτογράφητη και ίσαμε τότε άγνωστή του περιοχή της πολιτείας του Κεντάκι. Μέσω μιας "μαγικής" τηλεόρασης που λειτουργεί ως πύλη προς παράλληλες διαστάσεις, ο Conway μεταμορφώνεται σε ένα είδος γήινου και αντι-ηρωικού Doctor Who ο οποίος (σχεδόν) παρά τη θέλησή του πραγματοποιεί ταξίδια αστραπή στο χωροχρόνο παρέα με το βαριεστημένο σκύλο του, την πολυμήχανη ηλεκτρολόγο Sharon και στη συνέχεια τη χήρα ιδιοκτήτρια παλαιοπωλείου Lysette, παρεμβαίνοντας στη ροή μιας ιδιότυπης, ποιητικά στρεβλωμένης καθημερινότητας και μαθαίνοντας να εκτιμά την αξία της φιλίας και της συνεργασίας στις δυσχερείς περιστάσεις. Με το εξαίσιο ηλεκτρονικό soundtrack του Ben Babbitt και τις νοσταλγικές, ηχογραφημένες ειδικά για το παιχνίδι bluegrass μελωδίες από το συγκρότημά του The Bedquilt Ramblers να συνοδεύουν μια ιστορία πολυεπίπεδη, ευφάνταστη όσο και καλογραμμένη, η οποία εξελίσσεται σύμφωνα με τις εκάστοτε επιλογές του παίκτη (και δεν έχει τίποτα να ζηλέψει από τον Philip K. Dick ή τον Neil Gaiman), το νέο "πνευματικό παιδί" των συνιδρυτών της ανεξάρτητης αμερικανικής εταιρίας Cardboard Computer (A House in California, Ruins), προγραμματιστών, ραδιοφωνικών παραγωγών και εικαστικών καλλιτεχνών Jake Elliott & Tamas Kemenczy υπόσχεται να μας κρατήσει συντροφιά σε... δόσεις για την υπόλοιπη χρονιά - μπορεί και την επόμενη. Ως τώρα έχουν κυκλοφορήσει οι δυο πρώτες "πράξεις" του Kentucky Route Zero και αναμένονται (με ανυπομονησία) οι άλλες τρεις.

Τρίτη 18 Ιουνίου 2013

Haunted Halls - Green Hills Sanitarium (Συλλεκτική Έκδοση, 2011)

Κυνήγι "θησαυρού" και φαντασμάτων a la Lovecraft

Haunted Halls - Green Hills Sanitarium

Εξαιρετικά καλοφτιαγμένη, συμπαθέστατη από άποψη πλοκής νεανική point & click περιπέτεια, η υπόθεση της οποίας εξελίσσεται στο σκιαχτερό άσυλο του τίτλου και στηρίζεται στο "κυνήγι κρυφών αντικειμένων" (hidden object hunt) για την επίλυση των απανωτών, αλλά σχετικά βατών γρίφων της. Ανησυχώντας για την τύχη του εξαφανισμένου φίλου της Tim, η νεαρή ηρωίδα καταφθάνει στο άσυλο προκειμένου να τον σώσει από τα χέρια του αδίστακτου και παράφρονα Dr. Blackwell, ενώ συγχρόνως αναλαμβάνει να βοηθήσει τους τροφίμους που ο τελευταίος χρησιμοποιεί ως πειραματόζωα, ελέγχοντάς τους ψυχολογικά μέσα από τις ενδόμυχες ανασφάλειες και φοβίες τους. Τα υπέροχα γραφικά μετατρέπουν την αγωνιώδη αναζήτηση τόσο για τον αιχμάλωτο Tim όσο και για τα πολυάριθμα "κλειδιά" που οδηγούν προς τη λύση του δράματος σε καθαρή εικαστική απόλαυση, αν και τα μοτίβα της όμορφης και προσεγμένης κατά τα άλλα μουσικής επένδυσης επαναλαμβάνονται λίγο κουραστικά, υπονομεύοντας (ίσως επίτηδες) τη συγκέντρωση στους γρίφους που την απαιτούν περισσότερο. Η πρόοδος του παίκτη αποθηκεύεται αυτόματα στο παρασκήνιο, ενώ για τους λιγότερο εξοικειωμένους (ή τους ανυπόμονους) υπάρχει η δυνατότητα να συμβουλεύονται τον ενσωματωμένο στο μενού οδηγό στρατηγικής ή/και να παρακάμπτουν τη διαδικασία των πιο χρονοβόρων από τους γρίφους. Οι "ψημένοι" στο είδος αμέσως θα εντοπίσουν τις τιμής ένεκεν αναφορές σε "αρχετυπικά" παιχνίδια όπως τα Nancy Drew, Alone in the Dark και Sanitarium, καθώς και στο νιτσεϊκό Black Mirror, στο εμπνευσμένο από τον Lovecraft Darkness Within ή ακόμα και στο Resident Evil. Το Haunted Halls - Green Hills Sanitarium επανακυκλοφορεί σε συλλεκτική έκδοση που προσφέρει ένα πρόσθετο κεφάλαιο δράσης και πολλές άλλες εκπλήξεις, στις οποίες αποκτά πρόσβαση όποιος τερματίζει έστω και μια φορά με επιτυχία το παιχνίδι. Ένα μικρό διαμάντι που απευθύνεται κυρίως σε μεγάλα παιδιά, τίποτα όμως δεν εμποδίζει και τους ενήλικες να το καταευχαριστηθούν.

Σάββατο 8 Ιουνίου 2013

Black Mirror 3 - Final Fear (2011)

Οι αιχμάλωτοι ίσκιοι των ψυχών

Black Mirror 3 - Final Fear

Τρίτο και τελευταίο (απ' ό,τι φαίνεται) "επεισόδιο" της σειράς παιχνιδιών adventure ψυχολογικού τρόμου με τον τίτλο The Black Mirror, που λάνσαρε το 2003 η μικρή τσέχικη εταιρία Future Games πριν την "κληροδοτήσει" στην καναδική The Adventure Company, από την οποία τελικά την παρέλαβε η γερμανική DTP Entertainment. Δεν είναι ανάγκη να έχει παίξει κανείς τα δυο πρώτα μέρη για να κατανοήσει την πλοκή και το πνεύμα του τρίτου, αλλά θα το χαρεί περισσότερο εάν γνωρίζει ήδη το υπαρξιακό και μεταφυσικό υπόβαθρο της υπόθεσης - κυρίως του δεύτερου, στις τοποθεσίες και τα γεγονότα του οποίου επιστρέφουμε ώστε να αποδείξουμε τελεσίδικα την αθωότητα του νεαρού ήρωα και να τερματίσουμε τη διαχρονική επανάληψη ενός φρικτού πεπρωμένου. Δυστυχώς, η αρκετά ενδιαφέρουσα προσέγγιση που επιχειρείται μέσα από ένα διασκεδαστικό κράμα τραβηγμένης απ' τα μαλλιά ψευδοεπιστήμης (όχι δίχως την απαραίτητη δόση αιτιολογικού μύθου και παγανιστικής δοξασίας) και εκλαϊκευμένης θεολογίας και φιλοσοφίας μένει στο επιφανειακό "πασάλειμμα" που απλώς... δικαιολογεί τα αδικαιολόγητα, καλύπτοντας όπως όπως τα κενά της αφήγησης, ενώ η συχνά εκνευριστική δυσκινησία της κεντρικής φιγούρας αδικεί τα ωραιότατα γραφικά και το λιτά υποβλητικό soundtrack. Σε γενικές γραμμές οι γρίφοι (ως και οι πιο κρίσιμοι) βασίζονται στην κοινή λογική και η δυσκολία τους δεν ξεπερνά το μέτριο - με μόνη εξαίρεση αυτόν του υπόγειου λαβυρίνθου προς το τέλος, που κατά την ταπεινή μου γνώμη είναι δυσανάλογα περίπλοκος σε σχέση με το αντικείμενό του (αλλά και με τη μάλλον απογοητευτικά σύντομη και ελάχιστα διαδραστική δοκιμασία του φινάλε, από την οποία μάλιστα υποτίθεται ότι εξαρτάται το μέλλον της ανθρωπότητας - και ζητώ συγνώμη για την πιθανή χαλάστρα απ' όσους δεν έχουν ακόμα ασχοληθεί με τα παιχνίδια της σειράς). Υποπτεύομαι επίσης πως δεν χρησιμοποιήθηκαν παρά δυο μονάχα φωνητικοί ηθοποιοί (ο Tony Babcock σε όλους τους αντρικούς ρόλους και η Jennifer De Lucia σε όλους τους γυναικείους) - πράγμα όχι ακριβώς αξιόμεμπτο, θα μπορούσε όμως να μην είναι τόσο απροκάλυπτο (και ευτυχώς που οι από προεπιλογή ενεργοποιημένοι υπότιτλοι έχουν διαφορετικό χρώμα για κάθε πρόσωπο, καθώς σε ορισμένα σημεία είναι σχεδόν αδύνατον να ξεχωρίσεις ποιος μιλάει). Έξτρα πόντοι στο τελευταίο κεφάλαιο για τη δυνατότητα εναλλαγής μεταξύ του πρωταγωνιστή Adrian Gordon και της μοντέρνας καλόγριας Valentina Antolini και την καίρια διαφοροποίηση των διαλόγων, των πληροφοριών και των γραμμών δράσης ανάλογα με το χαρακτήρα που έχει επιλεγεί.