Πέμπτη 10 Δεκεμβρίου 2015

Under the Dome (Seasons 1-3, 2013-2015)

Η ομαδική παράκρουση της μικροαστικής κλειστοφοβίας

Under the Dome

Όχι αδικαιολόγητα, ο παραγωγικότατος και ακαταπόνητος Stephen King είναι ίσως ο πιο πολυδιασκευασμένος για την οθόνη συγγραφέας επιστημονικής (κυρίως) φαντασίας. Πέρα από τον ασύλληπτο όγκο του έργου του, οι (συνήθως) χωρίς άμεσα αναγνωρίσιμο λογοτεχνικό προηγούμενο ιδέες, πλοκές και χαρακτήρες του προσφέρουν άφθονο υλικό για οπτικοποίηση και σεναριακή εκμετάλλευση, πατώντας όσο πρέπει και στο ρεαλισμό ώστε να πείθουν αναγνώστες και εν δυνάμει θεατές. Υπόδειγμα της "ζόρικης" αυτής ισορροπίας, το μυθιστόρημά του Under the Dome (2009) εξιστορεί τον αιφνίδιο, ερμητικό εγκλωβισμό μιας μικρής αμερικανικής κωμόπολης κάτω από έναν αόρατο θόλο ανεξήγητης φύσης και προέλευσης. Σε συνθήκες "θερμοκηπίου" και δίχως επαφή με τον έξω κόσμο, η ως τότε αρμονική συνύπαρξη των κατοίκων της δοκιμάζεται αμείλικτα από τις διαπροσωπικές εντάσεις και τα καταστροφικά μυστικά που αναπόφευκτα βγαίνουν στην επιφάνεια... Αν και το εύρημα είναι "από δεύτερο χέρι" - όρα το άγνωστο πλην πρωτοπόρο στα ειδικά εφέ φιλμ του 1966 The Bubble και το βιντεοπαιχνίδι μεταφυσικού τρόμου Barrow Hill (2006) - ο King το χρησιμοποιεί με την αναμενόμενη επιδεξιότητα ως πρόσχημα για την ανατομία ενός υποθετικού κοινωνι(ολογι)κού πειράματος, που εξελίσσεται σαν εκτεταμένο reality υπό το βλέμμα των μυστηριωδών αυτουργών του. Είναι απορίας άξιο πώς ένα ανάγνωσμα με στέρεη δραματουργική βάση και δομή και συναρπαστικά πλασμένα πρόσωπα κατέληξε στην τηλεόραση ως κυριολεκτική σκιά του εαυτού του - και δη στρεβλωμένη σε βαθμό κακουργήματος. "Φανταστικό" δεν σημαίνει "ό,τι μας κατέβει" και το διαχρονικά αξιοθαύμαστο και ελκυστικό της γραφής του King είναι ακριβώς η εσωτερική συνέπεια και συνοχή των κόσμων που χτίζει. Την οποία ο δημιουργός της σειράς Brian K. Vaughan (Lost) δεν θεώρησε προφανώς απαραίτητο να σεβαστεί, με αποτέλεσμα απ' τη μέση του πρώτου κιόλας κύκλου να επέλθει το μέγα μπάχαλο: εδώ δεν πρόκειται για διασκευή - ούτε καν "ελεύθερη" με την πλατύτερη δυνατή έννοια - αλλά για εκτέλεση στα έξι μέτρα. Το πώς αυτό το σίριαλ κάλυψε τρεις ολόκληρες σεζόν αραδιάζοντας απανωτές ασυναρτησίες τερατωδώς άσχετες με το πρωτότυπο κείμενο και χάνοντας με αλματώδεις ρυθμούς κοινό και εντυπώσεις, παραμένει άλυτος γρίφος. Κρίμα στο βιβλίο πρώτα απ' όλα, κρίμα και στους πολύ καλούς ηθοποιούς (Jeff Fahey, Dean Norris, Nicholas Strong, Britt Robertson, Jolene Purdy), την κινηματογραφικής ποιότητας φωτογραφία (Cort Fey, Walt Lloyd, David Geddes, Derek E. Tindall) και το όμορφο soundtrack (W. G. Snuffy Walden & A. Patrick Rose), που πραγματικά χαραμίστηκαν.

LIVE @ ΧΑΜΕΝΗ ΛΕΩΦΟΡΟΣ

Παρασκευή 20 Νοεμβρίου 2015

Η Κατάχρηση της Στίξης

ΗΜΑΡΤΟΝ πια με τα ρημάδια τα αποσιωπητικά.......... Και με τα θαυμαστικά το ίδιο!!!!!!!!!! Σοβαρά τώρα. Η αλόγιστη χρήση τους σε ένα κείμενο, αντί να δώσει την επιδιωκόμενη (υποθέτω) έμφαση στα νοήματά του, το αποδυναμώνει τόσο ώστε μοιάζει, στην καλύτερη περίπτωση, σαν να το έγραψε κανένα δεκάχρονο - και επ' ευκαιρία, τα αποσιωπητικά αποτελούνται από μόλις ΤΡΕΙΣ (αριθμητικώς 3) τελίτσες, όχι χίλιες οχτακόσιες πενήντα. Βλέπω τελευταία να εξαπλώνεται κάπως ανησυχητικά η τάση αυτή στα δελτία τύπου αλλά και στα οπισθόφυλλα, τα οποία αντί να σε παρακινούν να διαβάσεις π.χ. ένα βιβλίο, καταλήγουν να σε εκνευρίσουν και χάνεις κάθε διάθεση να ασχοληθείς. Αναρωτιέμαι ποιοι τα συντάσσουν (ή μάλλον υποψιάζομαι, αν κρίνω και από τη συνήθη διάχυτη αυταρέσκεια - ή τον πιθανότατα αθώο, αλλά αντιδεοντολογικά αφιλτράριστο ενθουσιασμό - του λεξιλογίου τους) και αν τους πήγε ποτέ στο νου να κοιτάξουν ένα κανονικό δελτίο τύπου για να δουν πώς πρέπει να είναι. Κάνουν που κάνουν τον κόπο - στην ανάγκη υπάρχουν οδηγίες και έτοιμα πρότυπα, δεν είναι ντροπή. Εάν όντως θέλουν να προσελκύσουν το ενδιαφέρον και να πείσουν, αυτού του είδους οι παρουσιάσεις οφείλουν να είναι σύντομες, περιεκτικές και σίγουρες για τον εαυτό τους, όχι να θυμίζουν τα βερμπαλιστικά εκτρώματα κατεβατά που μας έβαζαν να γράφουμε προ αμνημονεύτων χρόνων στις σχολικές μας εκθέσεις. Ας φανταστούμε λόγου χάρη έναν ομιλητή που κάθε δυο λέξεις κάνει δραματική παύση για καμιά δεκαριά δευτερόλεπτα ή/και μπήζει τσιρίδες τρελής χαράς, παινεύοντας μάλιστα διαρκώς τον εαυτό του. Πάμε ένα στοίχημα για το πόση ώρα θα τον άντεχε το κοινό;

Σάββατο 14 Νοεμβρίου 2015

Μαύρος Καθρέφτης (2015)

Μουσικές & ψίθυροι των μικρών ωρών

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ

Εκδόσεις: Οι Εκδόσεις των Φίλων
Έτος Έκδοσης: 2015
Χαρτόδετο, Μικρού Σχήματος (14x20)
Σελίδες: 48
Εξώφυλλο & Εικονογράφηση: Μάριον Χωρεάνθη

ISBN 978-960-289-164-3

Black Mirror @ GoodReads

Δευτέρα 12 Οκτωβρίου 2015

Hannibal (Seasons 1-3, 2013-2015)

Ο δρόμος για την καρδιά ενός κανίβαλου

Hannibal

Εξαιρετικά φιλόδοξη και εξίσου ενδιαφέρουσα τηλεοπτική προσαρμογή του ήδη δις μεταφερμένου στη μεγάλη οθόνη μυθιστορήματος του Thomas Harris Κόκκινος Δράκος, από τον Αμερικανό μετρ του σουρεαλιστικά μακάβριου ρομαντισμού Bryan Fuller (Dead Like Me, Pushing Daisies). Αντλώντας στοιχεία και από τα υπόλοιπα μέρη της τετραλογίας του Harris με ήρωα τον ανθρωποφάγο ψυχίατρο Hannibal Lecter, οι δυόμισι περίπου από τις τρεις σεζόν της σειράς επιχειρούν μια υποθετική ανάπλαση των γεγονότων που προηγούνται του Κόκκινου Δράκου - με άξονα τη γνωριμία και την παθιασμένη όσο και παθολογική σχέση φιλίας, μοιραίας αντιπαλότητας και εξάρτησης ανάμεσα στον "καταραμένα" χαρισματικό και τραγικά στιγματισμένο απ' το παρελθόν του Lecter (Mads Mikkelsen) και τον παρεξηγημένα ιδιοφυή, εύθραυστο "σαν την πιο φίνα πορσελάνη" νεαρό καθηγητή εγκληματολογίας Will Graham (Hugh Dancy) - ενώ από τα μισά της τρίτης ως το προτελευταίο επεισόδιο, το σενάριο ακολουθεί σχεδόν κατά γράμμα το βιβλίο. Αν και (για λόγους προφανώς πολιτικής ορθότητας, ευνόητα... δυσνόητους εκτός Χόλιγουντ), μερικά από τα δευτερεύοντα πρόσωπα έχουν αλλάξει φύλο και ενίοτε χρώμα, πρέπει να πούμε ότι η πλοκή δεν ζημιώνεται - ως και η προσθήκη νέων χαρακτήρων (π.χ. της ψυχαναλύτριας Bedelia du Maurier, οικειοθελούς πλην απηυδισμένης εξομολόγου και "φερετζέ" του Lecter, την οποία υποδύεται με δεινή φλεγματικότητα η Gillian Anderson), έχει γίνει με τρόπο ευφυώς οργανικό. Οι ερμηνείες του πρωταγωνιστικού ντουέτου Dancy (Αίμα & Σοκολάτα, Adam) και Mikkelsen (Ο Κατακτητής, Το Κυνήγι) όχι απλώς ξεπερνούν κάθε προσδοκία, αλλά ο δεύτερος στέλνει κιόλας αδιάβαστο τον ίσαμε τώρα εμβληματικό στο ρόλο Sir Anthony Hopkins (Η Σιωπή των Αμνών, Hannibal, Κόκκινος Δράκος), δικαιώνοντας τη δωρικότητα του πρώτου, αφανούς διδάξαντος Brian Cox (στον Ανθρωποκυνηγό του Mann) κόντρα στην κραυγαλέα θεατρικότητα του Hopkins. Η ιδέα του Fuller για τουλάχιστον πέντε κύκλους του Hannibal, με τη συμπερίληψη της Σιωπής των Αμνών και της "διαδόχου" του Graham, Clarice Starling (Jodie Foster και Julianne Moore στις κινηματογραφικές εκδοχές της Σιωπής των Αμνών και του Hannibal αντίστοιχα), σκόνταψε αρχικά στην άρνηση της MGM να του παραχωρήσει τα δικαιώματα του χαρακτήρα της Starling και κατόπιν στην απροθυμία της τηλεόρασης και των διαδικτυακών υπηρεσιών ροής να φιλοξενήσουν τη σειρά επ' αόριστον: το άκρως βίαιο, ηθικά αμφιλεγόμενο κεντρικό θέμα και η καλλιτεχνική και ιδεολογική ευτολμία του χειρισμού του, καθώς και το ασυγκάλυπτα ερωτικό/αισθησιακό υπόβαθρο της αιματοβαμμένης εμμονής του Lecter για τον Graham, ξένισαν μερίδα των θεατών και απώθησαν τους καναλάρχες. Παρ' όλο που το φινάλε της τρίτης σεζόν θα μπορούσε να εκληφθεί και ως το συνταρακτικό τέλος του σίριαλ, αφήνονται "παραθυράκια" για κάποια πιθανή συνέχεια στο μέλλον, ίσως με τη μορφή "ταινίας επανασύνδεσης". Οι δυο πρώτοι κύκλοι έχουν βγει σε DVD από το NBC και κοντά στα φετινά Χριστούγεννα αναμένεται ο τρίτος, με 12 ώρες έξτρα υλικό από τα γυρίσματα, κομμένες σκηνές και συνεντεύξεις των συντελεστών. Στην επίσημη ιστοσελίδα του, ο Fuller προσφέρει επίσης για ανάγνωση και ελεύθερη μεταφόρτωση τα πλήρη σενάρια όλων των επεισοδίων του Hannibal (όπως και των άλλων σειρών που έχει γράψει ο ίδιος).

LIVE @ ΧΑΜΕΝΗ ΛΕΩΦΟΡΟΣ

Κυριακή 30 Αυγούστου 2015

True Detective (Season 2, 2015)

Ιστορικά ψεύδη και νεκρές αλήθειες

True Detective

"Ζούμε στον κόσμο που μας αξίζει". Με αυτό το motto και με τη σχεδόν ψιθυριστή ρυθμική απαγγελία του Leonard Cohen στο Nevermind (από το περσινό του άλμπουμ Popular Problems) να συνοδεύει ανατριχιαστικά τα ζοφερά, βουτηγμένα σε "βιομηχανικούς" τόνους κόκκινου, πράσινου και μπλε φόντα των τίτλων της, η πολυαναμενόμενη δεύτερη σεζόν της τηλεοπτικής σειράς ανθολογίας True Detective ξεχνά το νωχελικό τέμπο και το ασφυκτικά ποτισμένο απ' την υγρή ζέστη του αμερικανικού Νότου κλίμα μεταφυσικού τρόμου της πρώτης, για να μας προσεδαφίσει απότομα στoυς σιδηροδρόμους της Καλιφόρνιας και στην καρδιά μιας αλλόκοτης, απελπιστικά μπερδεμένης υπόθεσης δολοφονίας. Τόσο μάλιστα αλλόκοτης και απελπιστικά μπερδεμένης, ώστε ακόμα και ο σεναριογράφος Nic Pizzolato (The Killing, Galveston) φαίνεται πως τα βρήκε σκούρα και κόντεψε να τα παρατήσει στο δεύτερο κιόλας επεισόδιο. Οι παθιασμένες ερμηνείες από το πρωταγωνιστικό τρίο (Colin Farrell, Rachel McAdams και Taylor Kitsch) και τον απρόσμενα επαρκή έως απολαυστικό σε κόντρα ρόλο Vince Vaughn (Ψυχώ, Το Κελί) δίνουν πνοή σε μια ενδιαφέρουσα αλλά "δυσκίνητη" και αχρείαστα πολυσχιδή πλοκή, που θα λειτουργούσε ίσως πιο αποτελεσματικά ως καθαρόαιμο πεζογράφημα. Στοιχεία και θέματα του προηγούμενου κύκλου (ονόματα προσώπων και τοποθεσιών, η έλλειψη ευκρινών ηθικών και ιδεολογικών ορίων, η υφέρπουσα ερωτική έλξη μεταξύ των κεντρικών χαρακτήρων) βρίσκουν εδώ ακριβείς ή κατά προσέγγιση αντιστοιχίες και συχνά την ευθαρσή πραγμάτευση και ολοκλήρωσή τους, χωρίς παρ' όλα αυτά να καταφέρνουν να αφομοιωθούν σε ένα συμπαγές σύνολο. Αν και ομολογουμένως γοητευτικές, οι ηθελημένες ή μη αναφορές στον David Lynch (ιδίως στον Ύποπτο Κόσμο του Twin Peaks και την Οδό Mulholland) δεν χρησιμεύουν παρά στο να εντείνουν την περιρρέουσα σύγχυση, προδίδοντας μια (μάλλον κερατιάτικη) διεκπεραιωτική αμηχανία. Η τελευταία πιθανώς οφείλεται στην επιστράτευση έξι διαφορετικών σκηνοθετών (Daniel Attias, John Crowley, Justin Lin, Janus Metz Pedersen, Jeremy Podeswa και Miguel Sapochnik) για τα οχτώ μόλις επεισόδια της σεζόν, ενώ η παντελώς ανεξήγητη συμμετοχή της παντελώς ανεξήγητα δημοφιλούς Τεξανής τραγουδοποιού Lera Lynn στο ρόλο του... εαυτού της (με παντελώς ανεξήγητα μονίμως γδαρμένα γόνατα) κάθε άλλο παρά βοηθά την κατάσταση. Ευτυχώς, κάπου προς το φινάλε τα πράγματα αρχίζουν να στρώνουν, αφήνοντάς μας τουλάχιστον με μια όχι τελείως απογοητευτική εντύπωση. Ας είναι καλά οι αρχαίοι Έλληνες τραγικοί και ο Βάρδος, που σκέφτηκαν όλα τα κόλπα δραματουργικού "ξελασπώματος" πριν από μας για μας.

LIVE @ ΧΑΜΕΝΗ ΛΕΩΦΟΡΟΣ

Δευτέρα 17 Αυγούστου 2015

BrowserQuest (2012)

Μια ιστοσελίδα - ένας κόσμος περιπέτειας

BrowserQuest

Γλυκύτατο point & click MMORPG φαντασίας από τη Mozilla Corporation, βασισμένο εξ ολοκλήρου στις γλώσσες σήμανσης HTML5 & JavaScript και το πρωτόκολλο WebSocket - το οποίο στην πράξη σημαίνει ότι όλα τα συστατικά του παιχνιδιού φορτώνουν μέσα στο παράθυρο ενός προγράμματος περιήγησης, επομένως δεν χρειάζεται να κατεβάσει κανείς και να εγκαταστήσει τίποτα στον υπολογιστή του. Φαινομενικά απλό στη σύλληψη αλλά δαιμόνια προγραμματισμένο και νοσταλγικά σχεδιασμένο από τους Γάλλους αδελφούς Franck & Guillaume Lecollinet (Little Workshop), ντυμένο με πολύ όμορφες, ατμοσφαιρικές και ιδιαίτερα "κολλητικές" λούπες (των CamoShark, DayJo, Freakified & GyroWolf), το BrowserQuest είναι δωρεάν και ανοιχτού κώδικα, χωρίς υποχρέωση εγγραφής και με τη δυνατότητα επικοινωνίας σε πραγματικό χρόνο και συνεργασίας μεταξύ των παικτών. Μη σας ξεγελούν οι τρισχαριτωμένες φιγούρες, το παραμυθένιο γραφικό περιβάλλον και το διάχυτο "μετα-κομπιουτερίστικο" χιούμορ της όλης διεκπεραίωσης: οι εχθροί είναι πάμπολλοι, εφτάψυχοι και δεν αστειεύονται καθόλου (ορισμένοι, μάλιστα, είναι αδύνατο να κατατροπωθούν χωρίς τη βοήθεια τουλάχιστον ενός επιπλέον ατόμου). Ευτυχώς, η ενδελεχής εξερεύνηση των διαφόρων εμφανών και μη χώρων και περιοχών εφοδιάζει τον παίκτη με κλιμακούμενης ισχύος όπλα, πανοπλίες και θεραπευτικά φίλτρα, ξεκλειδώνοντας συγχρόνως 20 επιτεύγματα (28 στην έκδοση για Windows Phone 8), από τα οποία 2-3 κρυφά. Ενδιαφέρον (αν όχι και εθιστικό) τόσο για τους αρχάριους όσο και για τους ήδη εξοικειωμένους, το BrowserQuest κλείνει συνένοχα και συνομωτικά το μάτι σε πολυαγαπημένα βιντεοπαιχνίδια (The Quest, Duke Nukem, Indiana Jones, Tomb Raider) όπως και στα αρχετυπικά δισδιάστατα arcade, 8-bit και 16-bit. To μόνο "μείον" του είναι ότι ουσιαστικά δεν καταλήγει πουθενά (ή ίσως εμένα μου διαφεύγει κάτι - δεν κατάφερα πάντως να βρω καμιά σχετική πληροφορία), καθώς ο final boss ψόφο δεν έχει και οι παίκτες συνεχίζουν να περιπλανιούνται σαν τις άδικες κατάρες, αφού τον έχουν νικήσει άπειρες φορές και έχουν μαζέψει όλα τα achievements, τις στολές και τα όπλα. Αν αυτό είναι εσκεμμένο, ομολογώ πως η λογική του με ξεπερνά. Για τους... αχόρταγους υπάρχει και επηυξημένη εκδοχή, ενώ μια επέκταση για τον Chrome δίνει πρόσβαση απευθείας στον κώδικα του παιχνιδιού, επιτρέποντάς μας να υποδυθούμε οποιονδήποτε χαρακτήρα - ακόμα και τον final boss! - δίχως όμως τις δυνάμεις του και χωρίς να μπορούμε να επιτεθούμε σε άλλους παίκτες. Το BrowserQuest ΔΕΝ είναι συμβατό με τον Internet Explorer.

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Αν και δυστυχώς το BrowserQuest δεν είναι πια διαθέσιμο στην πρώτη του εκείνη μορφή, υπάρχει ομότιτλη εφαρμογή για κινητά στο Google Play η οποία βασίζεται προφανώς στο αρχικό παιχνίδι, καθώς και ορισμένες παραλλαγές του σε ιστοτόπους που απαιτούν εγγραφή.

Παρασκευή 31 Ιουλίου 2015

Η Κριτική της Κριτικής, ω Κριτική #1

Από τη στιγμή που ζητάς - σχεδόν φορτικά, μάλιστα - κριτική (προσοχή: ΚΡΙΤΙΚΗ, όχι πληρωμένο διθύραμβο), δεν είναι δυνατόν να απαιτείς από τους άλλους να γίνονται άβουλα φερέφωνά σου αντί να εκφράζουν τη δική τους γνώμη. Έτσι αναιρείται όλη η ουσία της κριτικής. Το θέμα είναι απ' ό,τι παρουσιάζεις, ο καθένας να μπορεί να πάρει τα δικά του πράγματα, να κάνει τους δικούς του συνειρμούς, να δώσει τη δική του ερμηνεία. Κι εμένα αυτό με καταγοητεύει, να βλέπω πόσο διαφορετικά μπορεί να εκλάβει ο καθένας και να ερμηνεύσει μια δική μου ιδέα, μια προσωπική μου σκέψη. Ή ακόμα και να διακρίνει πράγματα που εγώ δεν είχα καν συνειδητοποιήσει. Αυτό άλλωστε είναι και το νόημα της τέχνης. Αν ο σκοπός σου είναι να επιβάλεις κατηγορηματικά μια και μόνη ανάγνωση και να αρνείσαι στους άλλους το δικαίωμα της δικής τους αντίληψης και άποψης, τότε δεν κάνεις τέχνη αλλά κάτι άλλο, που δεν θέλω να το πω γιατί ακόμα και η λέξη με φοβίζει.

Κυριακή 26 Ιουλίου 2015

Batteries Not Included

Τι αδίστακτα όντα αυτοί οι ειδησεοκάπηλοι. Μας δουλεύουν στα μούτρα μας ακατάπαυστα και δυστυχώς, υπάρχει κόσμος που τα χάφτει. Άντε να δούμε το επόμενο σενάριο πολιτικού κυβερνοθρίλερ της συμφοράς που θα μηχανευτούν. Θα μας φάει το σασπένς καλοκαιριάτικα. Και μου τελειώνει και το ποπκόρν.

Πέμπτη 16 Ιουλίου 2015

Among Ravens (2014)

Μαύρα κοράκια, άσπρα κοράκια

Among Ravens

Υπέροχα κινηματογραφημένη (από τον τηλεοπτικό Darren Genet) οικογενειακή τραγικωμωδία με αφηγήτρια τη μικρή Joey (Johnny Sequoyah), η οποία ετοιμάζεται να περάσει τις καλοκαιρινές της διακοπές στο παραθαλάσσιο εξοχικό του πατριού της, μαζί με τα χιαστί ζευγάρια των βιολογικών (Russell Friedenberg και Amy Smart) και θετών (Joshua Leonard και Natalie Imbruglia) της γονιών και διάφορους συγγενείς και φίλους της προσκολλήσεως. Όταν ο νεαρός θείος της Jay (Christopher Pinkalla) καταφθάνει απροειδοποίητα και τους "παρκάρει" τον όμορφο, ιδιόρρυθμο ντοκιμαντερίστα φίλο του, Chad (Will McCormack), η Joey βρίσκει έναν "ουρανοκατέβατο" σύμμαχο και όλοι οι υπόλοιποι... τον μπελά τους. Πανταχού παρών με τη φορητή του κάμερα, ο Chad μαγνητοσκοπεί ανελλιπώς όχι μόνο τη φύση (κυρίως τα πουλιά, με τα οποία έχει εμμονή, όπως άλλωστε και η Joey), αλλά - συχνά εν αγνοία τους - και τα μέλη της ετερόκλητης παρέας που συνυπάρχουν μόνο κατά συνθήκην, μόλις και μετά βίας κρατώντας τις ραγισμένες ισορροπίες των σχέσεών τους... Αν ο σεναριογράφος (μαζί με τον "εναλλακτικό" μικρομηκά Randy Redroad), σκηνοθέτης και πρωταγωνιστής του φιλμ Russell Friedenberg (Ibid, Wind Walkers) δεν αμφιταλαντευόταν τόσο απροκάλυπτα ανάμεσα σε ένα εκσυγχρονισμένο remake του Birdy, μια κάθετη αντιστροφή του παζολινικού Θεωρήματος και τη σχεδόν μεταφυσική εκδοχή ενός υβριδίου Μεγάλης Ανατριχίλας και Οικογενειακής Γιορτής, το αποτέλεσμα δεν θα ήταν ίσως τόσο χαώδες και μετέωρο δραματουργικά - με τις θαυμάσιες ερμηνείες να το υποβαστάζουν το κατά δύναμιν, χωρίς όμως να το διασώζουν. Η εικονογράφηση της κατανόησης και της αγνής τρυφερότητας μεταξύ του πρόωρα ωριμασμένου παιδιού και του αφοπλιστικά απροσάρμοστου και αθώου ενήλικα μέσα σ' ένα κοπάδι από ανθρωπόμορφα "κοράκια", αιμοσταγή και αλλοτριωμένα από τη διαρκή υποκρισία της κοινωνικά αποδεκτής τους υπόστασης, δίνει καλοδεχούμενες ανάσες ποίησης και ευαισθησίας στην πλοκή, που προς το τέλος δυστυχώς καταρρέει όπως και κάθε "πολιτισμένη" μάσκα, επίφαση και (αυτ)απάτη των προσώπων της. Το Μικρό Μεγάλο Βιβλίο των Πουλιών που χαρίζει στην Joey ο Chad υπάρχει στην πραγματικότητα, αλλά δεν ξέρω αν τα αποσπάσματα που ακούγονται στην ταινία προέρχονται όντως από αυτό.

Κυριακή 12 Ιουλίου 2015

The Suicide Theory (2014)

Απέθαντοι αυτόχειρες & ιδανικοί δολοφόνοι

The Suicide Theory

"Είστε πολύ τυχερός που ζείτε". Φράση την οποία έχει βαρεθεί να ακούει ο Percival Wells (Leon Cain) ύστερα από κάθε του προσπάθεια να εγκαταλείψει το μάταιο τούτο κόσμο, καθώς ξυπνά μπανταρισμένος και διασωληνωμένος στο κρεβάτι ενός νοσοκομείου. Μαρτύριο δίχως τέλος για τον έναν από τους δυο (αντι)ήρωες της Θεωρίας Αυτοκτονίας και ίσως η ενδόμυχη ελπίδα του ή φαντασίωση - η μη επίγνωση και αποδοχή, στο βάθος, του τελεσίδικου της επικείμενης πράξης του (ως και ο δικός μας εμβληματικός Ιδανικός Αυτόχειρ, σε σημείο της "αποχαιρετιστήριας" επιστολής του που προφανώς έχει περάσει ως τώρα απαρατήρητο - ή τουλάχιστον ασχολίαστο - από τους μελετητές, αναφέρει πως θα 'θελε να περιγράψει κάποτε την εμπειρία της πρώτης του αποτυχημένης απόπειρας). Ο άλλος, ο Steven Ray (ο εργατικότατος Ελληνοαυστραλός Steve Mouzakis), που με εντολή του ίδιου του Wells αναλαμβάνει να τον απαλλάξει απ' την ανένδοτη ζωή του, έκπληκτος συνειδητοποιεί πως ακόμα και τρεις σφαίρες εξ επαφής στον κρόταφο είναι εντελώς ανίσχυρες μπροστά στο μακάβρια ειρωνικό πείσμα της μοίρας. Ασχημούλης ζωγράφος ανίκανος να πειράξει μυρμήγκι ο πρώτος, σκοτεινά ελκυστικός πληρωμένος φονιάς χωρίς συνείδηση ο δεύτερος: και οι δυο έχουν στερηθεί αγαπημένα πρόσωπα με τρόπο βίαιο όσο και άδικο και κατατρύχονται από το χαίνον τραύμα της απώλειας. Αν και εύκολα υποψιάζεται κανείς τον κοινό παρονομαστή των δραμάτων τους, χάρη στο φιλοσοφικό υπόβαθρο της πλοκής το κατά βάση χιτσκοκικό τέχνασμα αποκτά διάσταση γνήσια τραγική, με την αριστοτελική έννοια του όρου. "Αθώοι" και απροκατάληπτοι ο ένας απέναντι στον άλλον ως τη στιγμή της αποτρόπαιης αλήθειας, ο Wells και ο Ray καταδικάζονται να αλληλοεξοντωθούν πάνω που ξαναρχίζουν να νιώθουν κάτι παραπέρα απ' το πένθος, να βρίσκουν νόημα στην ύπαρξή τους μέσα από μια αναπάντεχη συμπάθεια, αν όχι φιλία - ακούσιοι θύτες των πεπρωμένων τους είτε έρμαια μιας αδέκαστης νέμεσης, απ' την οποία δεν τους μέλλεται να λυτρωθούν εάν δεν εκπληρώσουν τις επιταγές της κατά γράμμα. Το εντυπωσιακά φροντισμένο "παρθενικό" σενάριο του Michael J. Kospiah υπηρετείται μαστορικά από τη σφύζουσα, αεροστεγή σκηνοθεσία του Dru Brown (Side Effects, Sleeper) και τα εξπρεσιονιστικά πλάνα του Dan Macarthur (Η Μεγαλύτερη Πλημμύρα της Αυστραλίας, Θύμα Απάτης), που με τα απύθμενα μπλε και τα "εξωγήινα" φωσφορικά τους μοβ θολώνουν τα όρια εφιάλτη και πραγματικότητας, ενώ το πρωταγωνιστικό δίδυμο "τα σπάει" με την ιδιοσυγκρασιακή και φυσιογνωμική του αντίθεση, το συγκλονιστικά αβίαστο παίξιμο και την ευχάριστα αλλόκοτη χημεία του. Το soundtrack του νεαρού πρωτοεμφανιζόμενου Rolf Meyer και του Σουηδού παραγωγού και συνθέτη ηλεκτρονικής μουσικής Johan Bengtsson (γνωστότερου ως Mitch Murder) είναι ακριβώς όσο πρέπει "λακωνικό" και νευρώδες.

Από την Πόλη Έρχομαι

"Σοβαρή" εφημερίδα κοπανάει τη λέξη "δραχμή" σε κάθε δεύτερη πρόταση κυριολεκτικά όλων των άρθρων της, ενώ στην πραγματικότητα είναι αμφίβολο αν το εθνικό νόμισμα, στο οποίο θεωρητικά θα επιστρέφαμε κατόπιν πιθανής εξόδου από τη Νομισματική Ένωση, θα ονομαζόταν καν "δραχμή". Αυτή η παραπληροφορητική πλύση εγκεφάλου και η αμετανόητη υποτίμηση της συλλογικής νοημοσύνης καταντάει εξοργιστική. Και απορώ πώς όλοι όσοι ηδονίζονται (ή τους συμφέρει για οποιονδήποτε λόγο) να σπέρνουν τον τρόμο, δεν έχουν καταλάβει πια τόσον καιρό ότι ο κόσμος έχει πάψει να τους λογαριάζει και ότι οι ακατάπαυστες κινδυνολογίες τους εκνευρίζουν πλέον αντί να θορυβούν. Την ίδια εκείνη μέρα που η εν λόγω εφημερίδα κοπτόταν σχεδόν σε κάθε της σελίδα για πλήθη που "στέναζαν" σε ατέλειωτες ουρές μπροστά στα ΑΤΜ, πέρασα έξω από τουλάχιστον δέκα τράπεζες στη διαδρομή Μετς-Παλαιό Φάληρο (μεγάλο μέρος της οποίας κάνω συχνά με τα πόδια) σε ώρα αιχμής: σε καμιά, μα καμιά απολύτως από αυτές δεν υπήρχε καν ουρά. Το πολύ πεντέξι άτομα που περίμεναν υπομονετικά τη σειρά τους και έκαναν τις συναλλαγές τους ομαλά και πολιτισμένα. Καμιά εικόνα πανικού ή απόγνωσης - μερικοί μάλιστα είχαν πιάσει την κουβέντα και αστειεύονταν σε ήρεμους τόνους για την κατάσταση, με την κάρτα αναλήψεων στο ένα χέρι και το καφεδάκι στο άλλο. Ευτυχώς είμαστε λαός που βαριέται γρήγορα και αντιδρά με ευπρόσδεκτα απρόβλεπτους τρόπους μόλις υποψιαστεί ότι πάνε να τον χειραγωγήσουν. Κοινώς, τους γράφει στα παλαιότερα των υποδημάτων του και κάνει ό,τι του υπαγορεύει η λογική ή/και το ένστικτό του. Γι' αυτό και καμιά προσπάθεια να μας υποβάλουν οποιοδήποτε μαζικό συναίσθημα δεν πετυχαίνει για πολύ. Και εξακολουθώ να απορώ, δεν μπορούν ή δεν θέλουν να το πάρουν είδηση; Ζουν άραγε μονίμως μέσα σε μια σφαίρα αποκομμένη απ' την πραγματικότητα, επιμένοντας να τα βλέπουν όλα να εξελίσσονται σύμφωνα με τους δικούς τους χειρισμούς, ενώ έξω στον κόσμο συμβαίνουν εντελώς διαφορετικά πράγματα;

Πέμπτη 28 Μαΐου 2015

Tatau (2015)

You showed so much promise, Jason.

Tatau

Ύστερα από ένα τροχαίο ατύχημα (για το οποίο εν μέρει ευθυνόταν ο ίδιος) που κόστισε τη ζωή του αγέννητου μωρού του και οδήγησε στο χωρισμό με τη μνηστή του, ο νεαρός Άγγλος πωλητής Kyle Connor (Joe Layton) αποφασίζει να ξεδώσει κάνοντας το γύρο του κόσμου παρέα με τον πιστό και καλόκαρδο, αλλά μονίμως μπλεγμένο σε παλιοδουλειές κολλητό του φίλο Budgie (Theo Barklem-Biggs). Μια στάση τους στα παραδεισένια νησιά Κουκ του Νότιου Ειρηνικού, ωστόσο, τους επιφυλάσσει άσχημες εκπλήξεις, με καταλύτη το αυτοσχέδιο, φαινομενικά αθώο τατουάζ (το "Tatau" του τίτλου - "τατουάζ" στα Μαορί) που ο Kyle είχε χτυπήσει στο μπράτσο του πριν το ταξίδι. Η απόπειρά τους να μπουν στο ντόπιο πνεύμα δοκιμάζοντας το παραισθησιογόνο ποτό avatavi τους βάζει σε ακόμα μεγαλύτερους μπελάδες, καθώς ο Kyle χάνει την αίσθηση της πραγματικότητας και αρχίζουν τον κατατρύχουν φρικτά οράματα απ' τα οποία δεν μπορεί να απαλλαγεί. Ωραίες ιδέες και πολλά υποσχόμενες, που όμως σύντομα έδειξαν να υποφέρουν από το δίλημμα του σεναριογράφου (Richard Zajdlic) για το αν θα ακολουθούσε τη ρεαλιστική ή τη μεταφυσική οδό - και η τελική του απόφαση δεν υπήρξε η σοφότερη: η διαρκώς παραπαίουσα πλοκή και οι αλλεπάλληλες σουρεαλιστικές (ανα)τροπές της κακοφάνηκαν στους κριτικούς και δεν άργησαν να αποθαρρύνουν το κοινό, με αποτέλεσμα το Tatau να κοπεί μάλλον άδοξα από το BBC 3 στα οχτώ επεισόδια (και μόλις στα μισά από το BBC America). Ούτε καν το "ζωντανό" ιστολόγιο των δυο ηρώων δεν κατάφερε να σώσει την κατάσταση. Κάθε ομοιότητα με την υπόθεση και τη γενική ατμόσφαιρα του προπέρσινου βιντεοπαιχνιδιού Far Cry 3 (μια από τις φωνητικές ηθοποιούς του οποίου, η Cian Elyse White, πρωταγωνιστεί στο Tatau ως... κλώνος - και μάλιστα σχεδόν συνονόματος - της Lara Croft) είναι ίσως συμπτωματική, πάντως οι πρώτες κιόλας σκηνές της σειράς δημιουργούν έντονα την εντύπωση μαγνητοσκοπημένου gameplay. Και αυτό δεν είναι μειονέκτημα - ίσα ίσα, μακάρι να είχε αξιοποιηθεί περισσότερο. Αν και όχι από τα έργα που αν δεν τα δει κανείς θα χάσει, παραμένει άξιο μιας ευκαιρίας, έστω και μόνο για το ανενδοίαστο οφθαλμόλουτρο των εκθαμβωτικών τοπίων, των υποβλητικών φαντασιακών σεκάνς και ενός cast που αποστομώνει όσους θέλουν την ομορφιά προνόμιο μιας ορισμένης φυλής, ηλικίας, φύλου ή σωματότυπου. Και οπωσδήποτε για τον περίφημο Μαορί καρατερίστα Temuera Morrison, γνωστό στους ένθερμους σινεφίλ από το εμβληματικό νεοζηλανδικό δίπτυχο Ήταν Κάποτε Πολεμιστές και What Becomes of the Broken Hearted? (ο οποίος εδώ μοιάζει λίγο να... καταπιέζεται σε δευτερεύοντα ρόλο χαμηλών τόνων).

Τετάρτη 20 Μαΐου 2015

Bad Wolf (2010)

Μια πορφυρή ιστορία σε μαύρο & άσπρο

"Αν είχα έναν κόσμο δικό μου, όλα θα ήταν παράλογα. Τίποτα δεν θα ήταν όπως είναι, γιατί τα πάντα θα ήταν όπως δεν είναι. Και αντίστροφα, όπως είναι δεν θα ήταν και όπως δεν είναι, θα ήταν. Καταλαβαίνεις;"

Τρίτη 14 Απριλίου 2015

Με Μέλι & Νερό

Όταν το δήθεν φυσικό τρώει τη σκόνη του γνήσιου

Να δω τι άλλο θα σκαρφιστούν να μας ταΐσουν και να μας ποτίσουν προκειμένου να "αξιοποιήσουν" εμπορικά τα απόβλητα της βιομηχανίας τροφίμων - που πάει να πει, να βγάλουν κι απ' τη μύγα ξύγκι (ίσως και κυριολεκτικά, έτσι όπως πάει το πράγμα). Ο λόγος για τις διαφημίσεις προϊόντων με βάση το "φυσικό" κολλαγόνο και υαλουρονικό οξύ, οι οποίες τον τελευταίο καιρό έχουν κατακλύσει τα έντυπα και οπτικοακουστικά μέσα ενημέρωσης, υποσχόμενες λίγο πολύ θαύματα: θα ξανανιώσουμε, λέει, θα γιατρευτούμε απ' όλες τις αρρώστιες, θα αυξηθούν οι λειτουργίες μας στο έπακρο και ποιος μας πιάνει. Που μακάρι δηλαδή να ήταν έτσι - μακάρι η παντοτινή νιότη και υγεία να χωρούσαν σ' ένα πλαστικό μπουκάλι και να αγοράζονταν με 40-50 ευρώ απ' το φαρμακείο της γειτονιάς μας.

Δευτέρα 6 Απριλίου 2015

Jane Eyre (1968)

Η κρανιοφάγος φενάκη

Jane Eyre

Λίαν απροσδόκητη, αμιγώς ντόπια ασπρόμαυρη οπτικοποίηση του κλασικού αριστουργήματος της δύσμοιρης Charlotte Bronte, της οποίας τα κοκαλάκια έστειλαν τον Keith Moon αδιάβαστο την αποφράδα εκείνη μέρα που η εν λόγω "ταινία" - πολλαπλασιάστε τα εισαγωγικά κατά βούληση - βγήκε στις αίθουσες. Μια ακόμα άκρως παράδοξη περίπτωση μυθιστορήματος με υποδειγματική δομή και συγκρότηση, που για ακατανόητους λόγους μετατράπηκε σε εξωφρενική ασυναρτησία. Εκτός και αν η αφίσα παραπλεύρως ΔΕΝ περιέχει τυπογραφικό (;) λάθος και υπεύθυνη για την πρώτη ύλη του πονήματος είναι όντως κάποια κ. "BronDEe" (sic), με αγρίως πειραματικές διαθέσεις και σαφή εθισμό στα ληγμένα. Λοιπόν, με κράχτες δυο σημαίνοντα για την εποχή ονόματα (Μάνο Κατράκη και Χριστίνα Σύλβα) στους κύριους ρόλους, άλλα δυο τρία κάπως αναγνωρίσιμα (Ηλέκτρα Παπαθανασίου, Σταύρο Χριστοφίδη, Μιχάλη Νικολόπουλο) στους δευτερεύοντες και πιθανώς το σόι ή/και τους γνωστούς του στους υπόλοιπους, ο σκηνοθέτης και σεναριογράφος Γιώργος Λόης (Οι Κατατρεγμένοι, Δεν Έχω Δρόμο να Διαβώ) αφήνει εδώ τις ευρωπαϊκές επιρροές (που λέει ο λόγος) και τα ευγενή διεθνιστικά του ιδεώδη να τον παρασύρουν σε ένα απερίγραπτο όργιο υφολογικού συγκρητισμού όσο και πραγματολογικού σουρεαλισμού. Δεν θα επεκταθώ σε λεπτομέρειες για να μην κάνω χαλάστρα, διότι είναι κρίμα - τέτοιου είδους σοκ μπορεί να λειτουργήσουν ως και θεραπευτικά. Πάντως όποιος δεν έχει διαβάσει το βιβλίο ή δεν γνωρίζει την υπόθεση, δεν πρόκειται να βγάλει άκρη απ' την (ανύπαρκτη) πλοκή της κατά Λόη κινηματογραφικής εκδοχής. Όσοι πάλι το έχουν διαβάσει, δεν θα τους μείνει τρίχα στο κεφάλι. Και μια και μιλάμε για τρίχες, η μόνη αληθινή πρωταγωνίστρια - που μάλιστα αδίκως στερήθηκε μια περίοπτη θέση στους τίτλους - της εγχώριας Jane Eyre είναι η κορακάτη περούκα του (και καλά) Rochester: έχει δική του ζωή αυτό το πράγμα, δεν κάθεται ποτέ σε μια μεριά και μ' έναν περίεργο τρόπο, κάνει το κρανίο του συχωρεμένου του Κατράκη (Κονσέρτο για Πολυβόλα, Ταξίδι στα Κύθηρα) να μοιάζει σαν να συρρικνώνεται βαθμηδόν (τύφλα να 'χουν ο Corman, ο Argento και ο Carpenter μαζί). Αν επείγεστε να μαζοχιστείτε για μια ώρα και κάτι που περνά κυριολεκτικά με το σταγονόμετρο ή να φτιάξετε καινούργιο συκώτι, βρείτε ένα αντίτυπο και απολαύστε το με παρέα (για ηθική συμπαράσταση) και τις ψυχοτρόπους ουσίες της αρεσκείας σας. Για τυχόν μη αναμενόμενες συνέπειες δεν ευθύνομαι.

LIVE @ ΧΑΜΕΝΗ ΛΕΩΦΟΡΟΣ

Πέμπτη 26 Μαρτίου 2015

Gabriel Knight 1 - Sins of the Fathers (20th Anniversary Edition, 2014)

Και εγένετο φως

Gabriel Knight 1 - Sins of the Fathers

Πάνε κάμποσα χρόνια από τότε που επιχείρησα για πρώτη φορά να εγκαταστήσω τον ήδη "απαρχαιωμένο" Gabriel Knight 1 - Sins of the Fathers (1993) σε μηχάνημα με Windows 98 SE και τη... θηριώδη για την εποχή ανάλυση οθόνης 1024x768. Η απόπειρα στέφθηκε με θεαματική αποτυχία, τόσο εξαιτίας της τεχνικής ασυμβατότητας που κατατρόπωνε οποιονδήποτε προσομοιωτή, όσο και εξαιτίας της φρικαλέας απόδοσης των δισδιάστατων γραφικών (ήτοι μιας πιξελιασμένης μουντζούρας όπου μόλις ξεχώριζαν χρώματα και σιλουέτες). Είχα λοιπόν εγκαταλείψει κάθε ελπίδα να ασχοληθώ ποτέ με το συγκεκριμένο παιχνίδι - και όχι δίχως πόνο ψυχής, δεδομένης της γενικότερης εκτίμησής μου προς την Jane Jensen ως δημιουργό ριζοσπαστικών και συνάμα αρχετυπικών για το είδος τους βιντεοπαιχνιδιών. Στο μεταξύ είχα βέβαια ανακαλύψει την αρκετά μεταγενέστερη (1997) και πιστή στο αρχικό σενάριο μυθιστορηματική εκδοχή του Sins of the Fathers, αλλά δεν έπαυε να είναι παρηγοριά στον άρρωστο. Ώσπου σχεδόν μια δεκαετία αργότερα, τα δικαιώματα της σειράς Gabriel Knight μεταβιβάστηκαν στην ανερχόμενη εταιρία Phoenix Online Publishing, η οποία, σε συνεργασία με τη νεοϊδρυθείσα Pinkerton Road Studio (της Jensen και του συζύγου της Robert Holmes), αποφάσισε να τιμήσει την επέτειο των 20 χρόνων του Gabriel Knight με μια πλήρως αναβαθμισμένη σε επίπεδο γραφικού περιβάλλοντος έκδοση του Sins of the Fathers, διαθέσιμη (όπως η πλειονότητα των παιχνιδιών υπολογιστή τώρα πια) μέσω Steam. Και εγένετο φως: θεσπέσια, απαστράπτουσα γκάμα χρωμάτων, παλλόμενες από ζωή υφές και γλυκά περιγράμματα, γοητευτικά ρεαλιστικός ανασχεδιασμός μοντέλων και σκηνικών και μια αισθητή εξομάλυνση της κίνησης των προσώπων ήρθαν να επανορθώσουν για το (αθέλητο) οπτικό χάλι της πρωτότυπης βερσιόν στις σύγχρονες αναλύσεις οθόνης. Οι βελτιώσεις όμως δεν περιορίστηκαν στην εμφάνιση, προσφέροντάς μας μερικούς πρόσθετους γρίφους και δώρο το υπέροχο soundtrack του Holmes, επίσης επανεπεξεργασμένο ψηφιακά. Λαμπρή ευκαιρία για τους νοσταλγούς της "χρυσής εποχής" των adventure να (ξανα)ζήσουν επικές συγκινήσεις, καθώς και για τους αμύητους ή νεοφώτιστους να "εκπαιδευτούν" στο παιχνίδι-μανιφέστο του είδους. Ούτε η Jensen ούτε η Phoenix Online έχουν αποκλείσει ρητά την πιθανότητα να δούμε ανάλογη "αναμόρφωση" και στους άλλους δυο τίτλους της σειράς (το ήδη μνημειώδες, ως έχει, Beast Within και το κάπως αδικημένο φατσικά Blood of the Sacred, Blood of the Damned), οπότε δεν μας μένει παρά να αισιοδοξούμε.

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Μια συνεπτυγμένη εκδοχή του άρθρου αυτού στα Αγγλικά δημοσιεύτηκε στο προφίλ μου στον επίσημο ιστότοπο του Steam (9.1.19).

Τετάρτη 11 Μαρτίου 2015

Aloe VS Alloy

Αν ξανακούσω έστω και μια φορά για "επιμετάλλωση με την αλόη" θα τσιρίξω σε κόντρα ντο δίεση. Άνοιξε ένα λεξικό, ρε φίλε, που μας παριστάνεις και τον ειδήμονα. Άλλο ALOE (το φαρμακευτικό ΦΥΤΟ) και άλλο ALLOY (η αγγλική λέξη για το ΚΡΑΜΑ πολύτιμων και μη μετάλλων). Μα τι κάθομαι και λέω τώρα...

Κυριακή 22 Φεβρουαρίου 2015

Pink Narcissus (OST, 2014)

Dorian in the harlot's house

Pink Narcissus OST

Το 1971 και ύστερα από εφτά χρόνια γυρισμάτων στο μικρό νεοϋορκέζικο διαμέρισμά του, ο εικαστικός καλλιτέχνης και performer James Bidgood ολοκλήρωσε τη μια και μοναδική ταινία του, με τίτλο Pink Narcissus και θέμα τις αχαλίνωτες φαντασιώσεις μιας αρσενικής οδαλίσκης (Bobby Kendall) - ένα περιπαθές, ακραιφνώς ποιητικό εγκώμιο της ομορφιάς και της (αυτο)λατρείας του σώματος. Δίχως άμεσα αντιληπτή πλοκή ή διαλόγους, με συνεχή μουσική υπόκρουση και την παρουσία της ανθρώπινης φωνής να περιορίζεται σε δυο τρία ηχογραφημένα ραδιοφωνικά αποσπάσματα, ο Ροζ Νάρκισσος υπήρξε - μαζί με κάποια από τα σύντομα πειραματικά φιλμάκια των πρωτοπόρων Maya Deren (Witch's Cradle, The Very Eye of Night), Kenneth Anger (Rabbit's Moon, Scorpio Rising) και Andy Warhol (Sunset, Outer & Inner Space) - πρόδρομος των βιντεοκλίπ όπως τα ξέρουμε σήμερα. Η "πατρότητα" του έργου, ωστόσο, παρέμεινε άγνωστη (ενίοτε μάλιστα αποδιδόταν στον Anger ή στον Warhol, παρά τις εμφανείς ανομοιότητες με τα στυλ τους) για πάνω από μια εικοσαετία, εξαιτίας διαφωνιών του Bidgood με την εταιρία παραγωγής. Το 2011, στο πλαίσιο του γαλλικού κινηματογραφικού θεσμού L'Etrange Festival, το θρυλικό new wave συγκρότημα Tuxedomoon (Downtown 81, Bardo Hotel) ανέλαβε τη σύνθεση πρωτότυπου soundtrack που θα αντικαθιστούσε την ηχητική μπάντα του φιλμ (την οποία είχαν επιμεληθεί οι Gary Goch & Martin Jay Sadoff) και θα παιζόταν ζωντανά κατά τη διάρκεια αφιερωματικής προβολής του, σε αποκατεστημένη κόπια απ' όπου όμως λείπουν γύρω στα εφτά λεπτά, λόγω φθοράς της αρχικής μπομπίνας. Η σεβαστή διαφορά ηλικίας μεταξύ ταινίας και μουσικής επένδυσης εκμηδενίζεται χάρη στην οραματική διαχρονικότητα της πρώτης και τους εύστοχους ελιγμούς της δεύτερης ανάμεσα σε είδη, ύφη, υφές και διαθέσεις. Φυσικοί και ηλεκτρονικοί ήχοι - πιάνο, πλήκτρα, βιολί (Blaine L. Reininger), σαξόφωνο και κλαρινέτο (Steven Brown), τρομπέτα, κυνηγετικό κόρνο και φυσαρμόνικα (Luc van Lieshout) - και εφέ ακολουθούν την παστέλ πανδαισία που ξετυλίγεται με την ωμή αγνότητα εφηβικής ονείρωξης σε εξαίσια χειροποίητα σκηνικά βγαλμένα από παιδικό παραμύθι και μαζί αισθησιακό εφιάλτη, γεμάτα χάρτινες πεταλούδες, μηχανικές κάμπιες και εξωτικά πουλιά, λουλούδια από σύρμα και πολύτιμες πέτρες, χάντρες, τούλια, φαλλικά ψάρια και μεταξωτά φύκια που κολυμπούν μέσα σε μια πυκνή, νερένια ατμόσφαιρα, ανδρόγυνα χανουμάκια και αποτρόπαιες ζωντανές μαριονέτες που βασανίζονται από ασίγαστο πόθο, ενώ το υπονομευτικά δυσοίωνο, πανταχού παρόν ostinato του μπάσου (Peter Principle) προϊδεάζει για τη σκοτεινή όσο και δαιμόνια ανατροπή του τέλους. Το άλμπουμ κυκλοφόρησε σε περιορισμένη συλλεκτική έκδοση 1000 βινυλίων με τα πρώτα 500 κομμάτια αριθμημένα και (προαιρετικά) σε ψηφιακή μορφή για μεταφόρτωση με τη χρήση ειδικού κωδικού, από την ανεξάρτητη βελγική Crammed Discs.

Σάββατο 21 Φεβρουαρίου 2015

Secrets & Lies (2014)

Benjamin contra mundum

Secrets & Lies

Η άγρια δολοφονία ενός μικρού αγοριού (Hunter Stratton Boland) αναστατώνει την καθημερινότητα μιας φιλήσυχης προαστιακής γειτονιάς και ιδίως τη ζωή του ελαιοχρωματιστή Ben Gundelach (Martin Henderson), που έχει την ατυχία να βρει το πτώμα. Μια σειρά ύποπτων συγκυριών και η αποκάλυψη ενός ένοχου όσο και τραγικού μυστικού απειλούν με διάλυση την οικογένειά του και φέρνουν τον ίδιο αντιμέτωπο με την εχθρότητα και το στιγματισμό από τους συμπολίτες του. Οι μόνοι που του συμπαραστέκονται είναι η μικρή του κόρη Eva (Piper Morrissey), ο προστατευόμενός του νεαρός μουσικός Dave Carroll (Damon Gameau) και η ψυχικά ασταθής μητέρα του θύματος, Jess Murnane (Adrienne Pickering), οι οποίοι στην προσπάθειά τους να τον βοηθήσουν καταλήγουν να τον μπλέξουν τρισχειρότερα. Κάτω απ' το άγρυπνο βλέμμα του υπαστυνόμου Cornielle (Anthony Hayes) και ενός τσούρμου δημοσιογράφων που έχουν στρατοπεδεύσει έξω απ' το σπίτι του, ο Ben δεν θα διστάσει μπροστά σε τίποτα προκειμένου να αποδείξει την αθωότητά του και να αποκαταστήσει την υπόληψή του... Ακολουθώντας με συνέπεια το πρόσφατο trend των σκανδιναβικών (Η Γέφυρα, The Killing) και βρετανικών (Broadchurch, Hinterland) σίριαλ με τις περίπλοκες υποθέσεις ειδεχθών εγκλημάτων σε κλειστές επαρχιακές κοινωνίες, η συμπαθέστατη αυστραλιανή μίνι σειρά έξι επεισοδίων των Stephen M. Irwin & Kylie Needham (σενάριο) και Kate Dennis & Peter Salmon (σκηνοθεσία) δεν παρακάμπτει πάντα τα κλισέ, κατορθώνει όμως να απεικονίσει με νεύρο και αληθοφάνεια τον άνισο, επώδυνα μοναχικό αγώνα του πρωταγωνιστή κόντρα σ' έναν άτεγκτο κλοιό καχυποψίας, υποκρισίας και προκατάληψης. Οι μονίμως σε κοινή θέα σμιλεμένοι κοιλιακοί του Henderson (Σήμα Κινδύνου, Flyboys) αποσπούν την προσοχή από τυχόν σεναριακές αδεξιότητες, ενώ το φινάλε - αν και λιγάκι τραβηγμένο απ' τα μαλλιά - είναι ευπρόσδεκτα... σκιαχτερό. Ωραία φωτογραφία (Robert Humphreys) και soundtrack (Matteo Zingales), που "αναβαθμίζουν" σημαντικά το σύνολο. Με αρκετή περιέργεια αναμένουμε το ομότιτλο αμερικανικό remake (σιγά μην το γλιτώναμε), το οποίο κάνει κιόλας πρεμιέρα τον άλλο μήνα από το τηλεοπτικό κανάλι ABC.

Τετάρτη 11 Φεβρουαρίου 2015

Οι Διεστραμμένοι (Twisted Nerve, 1968)

Όλα τα σφάζω, όλα τα μαχαιρώνω

Twisted Nerve

Παραχαϊδεμένος από την άβουλη και φιλάσθενη μητέρα του (Phyllis Calvert), ανεπιθύμητος για τον πλούσιο πατριό του (Frank Finlay), με λανθάνουσες τάσεις σχιζοφρένειας κι έναν έγκλειστο σε ίδρυμα αδελφό που πάσχει από σύνδρομο Down, ο νεαρός Martin Durnley (Hywel Bennett) παριστάνει τον πνευματικά καθυστερημένο προκειμένου να εξευμενίσει την αιθέρια βιβλιοθηκάριο Susan Harper (Hayley Mills), όταν εκείνη ανακαλύπτει την κλεπτομανία του. Βρίσκει μάλιστα τρόπο να εγκατασταθεί στο σπίτι της, ώστε να παρακολουθεί στενά κάθε της κίνηση. Όσο η Susan κρατά αποστάσεις, τόσο ο Martin κυριεύεται από την όλο και πιο βίαιη εμμονή του γι' αυτήν και το τυφλό του μίσος εναντίον όσων ηθελημένα ή ακούσια μπαίνουν ανάμεσά τους... Cult βρετανικό thriller του βετεράνου ντοκιμαντερίστα Roy Boulting (Η Εποποιΐα της Μπούρμας, Η Πρώτη Νύχτα του Γάμου) - μετέπειτα συζύγου της πολύ νεότερής του Mills (Η Αδελφή μου κι Εγώ, H Ασημένια Γάτα) - σε σενάριο του ίδιου μαζί με τους Leo Marks (υπεύθυνο επίσης για το ρηξικέλευθο στον καιρό του Ηδονοβλεψία του Powell), Roger Marshall (Η Μυστική Υπηρεσία Σιωπά, Ομάδα Κρούσης Ζ) και Jeremy Scott (The Avengers, The Wednesday Play), εμπνευσμένο από μια ιδέα του τελευταίου. Ο διπλός, στην ουσία, ρόλος του επικίνδυνου ψυχοπαθούς που υποκρίνεται τον άκακο χαζούλη δίνει στον τότε ζεν πρεμιέ Hywel Bennett (Η Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων, Neverwhere) την ευκαιρία να ξεδιπλώσει μια αξιοπρόσεκτη γκάμα ταλέντου, από κει και πέρα όμως η πλοκή χάνει δυστυχώς την μπάλα. Η παντελώς αβάσιμη επιστημονικά θεωρία ότι η ψυχασθένεια του ήρωα συνδέεται γενετικά - άρα κληρονομικά - με την πάθηση του μεγαλύτερου αδελφού του δίκαια ξεσήκωσε διαμαρτυρίες, σε βαθμό ώστε οι παραγωγοί του φιλμ υποχρεώθηκαν να ανασκευάσουν όπως όπως, προλογίζοντας την έκδοσή του σε βιντεοταινία με τη σχετική αποποίηση ευθύνης. Όσο για τους αυτάρεσκους ισχυρισμούς της προωθητικής καμπάνιας πως "θα κοψοχολιάσει ως και ο Hitchcock", ο μετρ δεν φαίνεται να εντυπωσιάστηκε παρά μονάχα απ' τη χαρακτηριστική φάτσα του Barry Foster (τον οποίο και έβαλε πάραυτα να πρωταγωνιστήσει στη Φρενίτιδα, μια από τις τελευταίες ταινίες του). Αν το έργο αυτό άφησε εποχή, το χρωστά μάλλον στις ψυχεδελικές του αφίσες και κυρίως στο... διαβολικό σφυριχτό μοτίβο των τίτλων (που αργότερα χρησιμοποιήθηκε αυτούσιο στην ταινία Kill Bill Vol. 1 και στην τηλεοπτική σειρά American Horror Story), με τις διάσπαρτες στο υπόλοιπο soundtrack σκοτεινές jazz παραλλαγές του από το "μεγαθήριο" Bernard Hermann (Πολίτης Kane, Ψυχώ).

Παρασκευή 23 Ιανουαρίου 2015

Το Κορίτσι που Εξαφανίστηκε (Gone Girl, 2014)

Υποσχέσεις που... δεν κρατάμε

Gone Girl

Πριν εκφραστώ σχετικά με τη συγκεκριμένη ταινία, οφείλω να ομολογήσω πως η πολυβραβευμένη, διεθνώς "ευπώλητη" Gillian Flynn (συγγραφέας του ομότιτλου μυθιστορήματος στο οποίο βασίστηκε το φιλμ και σεναριογράφος του τελευταίου) είναι κατά τη γνώμη μου αδικαιολόγητα υπερτιμημένη. Στεγνό και άνευρο γράψιμο, δίχως καμιά ειδοποιό σφραγίδα - ή, μάλλον, με ένα ανεπεξέργαστο και αναφομοίωτο συνονθύλευμα από γνώριμα παραδειγματικά στυλ - και πλοκές ασυνάρτητες, γεμάτες "τρύπες" που βγάζουν μάτι. Με δυο λόγια, τα βιβλία της δεν διαβάζονται. Δεν ξέρω τι περίμενα από μια μεταφορά έργου της στη μεγάλη οθόνη, γεγονός πάντως είναι ότι αυτό που είδα, δεν το περίμενα. Σε σύγκριση πάντα με το κάτω του μετρίου πρωτότυπο, η ταινία είναι σχεδόν αριστουργηματική. Σχεδόν. Η σκηνοθετική μαεστρία του David Fincher (Se7en, Το Κορίτσι με το Τατουάζ), το πνιγηρά "ξεπλυμένο" παστέλ της φωτογραφίας (Jeff Cronenweth) που θυμίζει παλιές επιχρωματισμένες καρτ ποστάλ, η ιδιοφυής μουσική των Trent Reznor (Nine Inch Nails) & Atticus Ross (The Social Network, Days of Grace) και πάνω απ' όλα, η τρομερή από κάθε άποψη ερμηνεία της Rosamund Pike (Πέθανε μια Άλλη Μέρα, Ερωτευμένες Γυναίκες) στον κύριο ρόλο κάνουν ό,τι μπορούν για να καλύψουν τη χαλαρότητα και την αμήχανη διεκπεραίωση της υπόθεσης και ως ένα σημείο, το καταφέρνουν: η πρώτη θέαση ξεγελά χάρη στο άμεμπτο αισθητικά περιτύλιγμα, που μεταμφιέζει ένα ατσούμπαλο, αν όχι παιδαριώδες Άρλεκιν με κάποιες συμπαθητικές ανατροπές σε thriller αξιώσεων. Οι Ben Affleck (Pearl Harbor, Η Κατάσταση των Πραγμάτων) και Neil Patrick Harris (The Best and the Brightest, American Horror Story) δεν είναι στην καλύτερή τους φόρμα, αλλά γι' αυτό δεν φταίνε τόσο οι ίδιοι όσο η μάλλον απλοϊκή, ασταθής δομή των χαρακτήρων που υποδύονται. Αντίθετα, η θεατρική ηθοποιός Carrie Coon (Intelligence, The Leftovers) στην παρθενική της κινηματογραφική εμφάνιση και ο σκηνοθέτης και κωμικός Tyler Perry (Good Deeds, The Single Moms Club) δεν γινόταν να είναι πιο πειστικοί - αν και την παράσταση κλέβουν τελικά ο... γάτος του Affleck (διακριτικά απαράκαμπτη μασκότ) και ο προφανώς ανεξάντλητος καφές της Kim Dickens (Αόρατο Άγγιγμα, Οι Αγνοούμενοι).